Δευτέρα 17 Ιουλίου 2017

Στα Χέρια της Αλήθειας


ΠΕΡΙ ΚΥΠΡΟΥ

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ


ΛΙΓΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Η ανωμαλία και οι συνωμοσίες ξεκίνησαν από την επομένη που συστάθηκε το Κυπριακό κράτος. Όσοι δεν αποδέχθηκαν τη λύση της ανεξαρτησίας και έμεναν πιστοί στην ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, αντιστρατεύτηκαν αμέσως τον Μακάριο τον οποίο θεωρούσαν ως τον υπεύθυνο για το ότι δεν έγινε η ένωση. Τον χαρακτήριζαν μάλιστα και «επίορκο της Φανερωμένης», ότι δηλαδή αθέτησε τον όρκο του που έδωσε πριν την έναρξη της ΕΟΚΑ στην Εκκλησία της Φανερωμένης ότι θα αγωνιστεί υπέρ της ένωσης. Οι αγωνιστές της ΕΟΚΑ χωρίστηκαν σε μακαριακούς και αντιμακαριακούς (γριβικούς) και ξεκίνησε αναμεταξύ τους ένας πόλεμος αλληλοεξόντωσης. Δημιουργήθηκαν διάφορες παραστρατιωτικές οργανώσεις, έγιναν δολοφονίες πολιτικών αντιπάλων και γενικά το κλίμα ήταν πολύ φορτισμένο.   

Τα γεγονότα του 1963-64 με τις διακοινοτικές συγκρούσεις συγκράτησαν λίγο τα πράγματα αλλά αμέσως μετά άρχισαν πάλι οι αντιπαλότητες. Ιδιαίτερα όταν οι Αμερικάνοι πρότειναν το σχέδιο Άτσεσον που υποσχόταν ένωση μέσω της διχοτόμησης. Εκεί χρησιμοποιήθηκε και πρώτη φορά ο Γρίβας και άλλοι, κι αυτό θα φανεί στη συνέχεια των σημειωμάτων, ενώ τα πράγματα οξύνθηκαν, όπως αναφέραμε στην αρχή του κειμένου, όταν ανέλαβε την εξουσία στην Ελλάδα η χούντα, μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967.  Εδώ αρχίζουν να θολώνουν λίγο τα πράγματα όσον αφορά το ρόλο στελεχών και μελών της λεγόμενης ενωτικής παράταξης που είδαν την χούντα σαν ευκαιρία για να ανατρέψουν τον Μακάριο και να επιφέρουν, όπως νόμιζαν, την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. 
  
Ερχόμενοι στο σήμερα, όπου όλοι μιλούν για την αναγκαιότητα διαφύλαξης της Κυπριακής Δημοκρατίας,  η εμμονή μερίδας Ε/κυπρίων στην ένωση και μερίδας Τ/κυπρίων στην διχοτόμηση, δεν αποτελούσαν τίποτε άλλο παρά την κατάλυση και την εξαφάνιση της Κυπριακής Δημοκρατίας.

ΠΩΣ ΟΡΓΑΝΩΘΗΚΕ Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ

Πολιτική όλων των ελλαδικών κυβερνήσεων, των χουντικών συμπεριλαμβανομένων, ήταν η διπλή ένωση. Σε αυτή την ένωση αντετίθετο ο Μακάριος. Αλλά η προδοτική χούντα προπαγάνδιζε στην Κύπρο αορίστως περί ενώσεως παρασύροντας τους αγνούς Κυπρίους στον ολέθριο διχασμό. Ο Μακάριος όπως κάθε Έλλην Κύπριος επιθυμούσε διακαώς την ένωση αλλά κατανοούσε ότι άμεσα ήταν αδύνατη αφού η Αθήνα δεν ήταν αποφασισμένη να την επιδιώξει. Πραξικοπηματική ένωση σήμαινε πόλεμο με την Τουρκία. Κι εκεί όλες οι κυβερνήσεις των Αθηνών έκαμναν πίσω, δειλές όντας και στην υπηρεσία αλλότριων συμφερόντων.  Δεδομένου ότι η Ζυρίχη απέκλειε ρητώς την ένωση και ο Μακάριος με την αναθεώρηση του συντάγματος φαινόταν ως αίτιος της κρίσης (τυπικά διότι ουσιαστικά το κράτος δεν μπορούσε να λειτουργήσει) δεν ήταν δυνατόν να επιδιώκει επίσημα την ένωση. Με την πολιτική του ο Μακάριος θα πετύχει να «σπρώξει» τους Τουρκοκυπρίους στους θυλάκους που δεν περνούσαν το 6% της νήσου. Η κυπριακή δημοκρατία είχε καταστεί, με την αποχώρηση των Τ/Κ από τα πολιτειακά όργανα, ένα αμιγώς ελληνικό κράτος. 

Οι άθλιες συνθήκες στους θυλάκους είχαν αναγκάσει τους Τ/Κ να εξέρχονται σιγά- σιγά απ’ αυτούς είτε προς το νότο είτε στο εξωτερικό και η πορεία της επα­νένταξης τους ως μειονότητας ήταν νομοτελειακή με την τακτική κωλυ­σιεργίας του Μακαρίου στις διακοινοτικές. ΗΠΑ και Τουρκία φυσικά αντιλαμβάνονται αυτή τη στρατηγική. Επείγονται λοιπόν για την ανατροπή του Μακαρίου.  Σε αυτό το «παιχνίδι» ενεπλάκη η ηλίθια προδοτική χούντα των Αθηνών. Και είναι αποκαλυπτικό των σχεδίων ότι το πραξικόπημα θα εκδηλωθεί σε μια χρονική στιγμή που οι Τουρκοκύπριοι, κουρασμένοι από τον περιορισμό στους θυλάκους, αναζητούν μια λύση και οι διακοινοτικές συνομιλίες φτάνουν για πρώτη φορά κοντά σε μια συμφωνία που επιβεβαιώνει την ενότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας και περιορίζει τα προνόμια της Ζυρίχης, Οι Αμερικανοί επείγονται αφού η κρίση στο Αιγαίο φτάνει τον Ιούνιο σε ακραία όρια και παρότι έχουν πετύχει να συρθεί η ελληνική χούντα σε συνομιλίες με την Τουρκία για το Αιγαίο. Όταν ο Ιωαννίδης αποφασίζει την ανατροπή του Μακαρίου νομίζει ότι εισηγείται κάποιο δικό του σχέδιο στους Αμερικανούς που τον περιμένουν με ανοιχτή αγκάλη. Τον διαβεβαιώνουν μάλιστα ότι δεν πρόκειται να εκδηλωθεί τουρκική αντίδραση. Κι είναι απορίας άξιον, κάποιοι που ήθελαν να παριστάνουν τους «επαναστάτες» και τους «εθνικιστές» πώς αποδέχονται τόσο αβασάνιστα τις διαβεβαιώσεις των πρακτόρων, αφού φυσικά ο Κίσινγκερ ήταν αρκετά ευφυής ώστε να μην συνομιλεί απ’ ευθείας μαζί τους. Το σχέδιο αυτό ήταν έτοιμο πριν την περίφημη επιστολή Μακαρίου της 2ας Ιουλίου 1974 και δεν προκλήθηκε δήθεν από την επιστολή με την οποία ο Μακάριος ζητούσε ανάκληση των Ελλαδιτών αξιωματικών από την Εθνική Φρουρά. Η απόφαση ελήφθη πριν την παραλαβή της επιστολής. Η μικρόνοια και η ευθύνη για την απόφαση ανατροπής του Μακαρίου ή τη μη πρόληψη της δεν αφορά μόνο την ομάδα Ιωαννίδη αλλά συνολικά όλο το πλέγμα εξουσίας του 1974. Όλους όσοι παρίσταναν τον «πρόεδρο της δημοκρατίας» (τον περίφημο Γκιζίκη που ποικιλοτρόπως προστατεύθηκε από τη δημοκρατία μας για ευνόητους λόγους), τον πρωθυπουργό, τους «υπουργούς» και εν συνόλω την αστική μας τάξη που μέχρι τότε απολάμβανε τη χουντική ευημερία πριν ανακαλύψει, υπό το βάρος της προδοσίας, τη «δημοκρατία» (διάβαζε αλλαγή φρουράς). Η μικρόνοια (μόνιμο χαρακτηριστικό της ελληνικής ακροδεξιάς) στην ιστορία έχει αποδειχθεί συχνά χειρότερη και από τη συνειδητή προδοσία. Ενημέρωση των Αμερικανών για το σχέδιο ανατροπής του Μακαρίου σημαίνει φυσικά και ενημέρωση των Τούρκων οι οποίοι αναμένουν. 

Ο Ίνονου έχει αφήσει τις υποθήκες του: «Ετοιμαστείτε και μη βιάζεστε. Αφήστε πρώτα τους Έλληνες να φαγωθούν μεταξύ τους και μετά μ’ έναν περίπατο θα πάρετε ό, τι θέλετε».

Το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου θα προκαλέσει βαρύ πλήγμα στην Εθνική Φρουρά. Τα αιματηρά εμφύλια επεισόδια δημιουργούν κατάσταση χάους. Οι μονάδες εγκαταλείπουν τις στρατηγικές θέσεις τους, διασκορπίζονται αναζητώντας τον… εχθρό. Και εχθρός είναι τώρα οι «μακαριακοί», όπως για τους μακαριακούς εχθρός είναι οι «χουντικοί» και οι εοκαβήτες και όχι οι Τούρκοι που ετοιμάζονται. Οι μοίρες καταδρομών «πρέπει» να είναι μακριά από τις προβλεπόμενες θέσεις τους τη μέρα της εισβολής. Η αμυντική ισχύς της Κύπρου ελαχιστοποιείται και υλικά και ψυχολογικά. Σαν να μη φτά­νουν αυτά προστίθεται μια επιλογή – προβοκάτσια: Επιλέγεται ως νέος πρόεδρος ο Ν. Σαμψών που η ηρωική αλλά και χωρίς ηθικούς φραγμούς δράση του κατά Βρετανών και Τούρκων τον είχαν καταστήσει ιδιαιτέρως μισητό πρόσωπο και πάντως όχι ιδανικό για ανώτατη πολιτειακή θέση.  

Ο Ετζεβίτ από την 15η Ιουλίου παραπλανητικά δηλώνει ότι τα γεγονότα αποτελούν «εσωτερική υπόθεση των Ελληνοκυπρίων» και από την άλλη διατάσσει εσπευσμένες προετοιμασίες του αποβατικού σώματος. Από την πρώτη μέρα του πραξικοπήματος εισηγείται χωρίς περιστροφές την επέμβαση και το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας αποφασίζει από το βράδυ της 15ης Ιουλίου απόβαση για τις 20 Ιουλίου. Ταξιδεύει το βράδυ της 17ης στο Λονδίνο για να έχει το άλλοθι ότι διαβουλεύθηκε προ της επιθέσεως και με την άλλη εγγυή­τρια δύναμη και συναντά εκεί και τον Αμερικανό υφυπουργό Εξωτερικών Σίσκο, δηλώνοντας ξεκάθαρα ότι η Τουρκία θα επέμβει. 

Παράλληλα εξασφαλίζει τη σοβιετική ουδετερότητα που δεν δυσαρεστείται ιδιαίτερα από την ελληνοτουρκική διαμάχη. Είναι χαρακτηριστικό ότι τη μεσολάβηση δεν αναλαμβάνει ο Κίσσινγκερ αλλά ένας υφυπουργός του, οι «πιέσεις» του οποίου κάθε άλλο παρά συγκινούν την Άγκυρα. Στην Αθήνα, παρά τα σαφή μηνύματα από πρεσβείες και μυστικές υπηρεσίες, ουδείς διατάσσει οποιαδήποτε προπαρασκευή για αντιμετώπιση της επικείμενης τουρκικής επίθεσης αλλά και ούτε κάνουν μια διπλωματική κίνηση προς την Τουρκία ώστε, υποσχόμενοι π.χ. κάποιον συμβιβασμό στο κυπριακό πρόβλημα, να κερδίσουν χρόνο. Ήθελαν να ανατρέψουν το Μακάριο; Θαυμάσια! Γιατί δεν έλαβαν τα στοιχειώδη μέσα αμύνης στο διάστημα 15-20 Ιουλίου; Ένα ερώτημα που αποκαλύπτει τον πυρήνα της προδοσίας.

Ράπτης Γεώργιος Α.,  Ιστορικός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου