Δευτέρα 29 Μαΐου 2017

Στα Χέρια της Αλήθειας

ΠΑΡΘΕΝ Η ΡΩΜΑΝΙΑ

Μιμούμενος τη Μακεδονική δυναστική παράδοση, ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ι, ονόμασε την νεοϊδρυθείσα πόλη με το όνομα του ιδρυτού, Κωνσταντινούπολις και στις 13 Μάιου 330 μ.Χ. η βασίλισσα των πόλεων ήταν επισήμως η πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας η Βυζαντινής, όπως λαθεμένα αναφέρεται σήμερα. Μάιο ιδρύθηκε η Κωνσταντινούπολη και Μάιο εχάθη.

 Αν κάνεις θέλει να κατανοήσει τους λογούς που οδήγησαν στην άλωση και κατάλυση της μακροβιότερης Αυτοκρατορίας του κόσμου (1480 χρόνια), θα πρέπει να ανατρέξει στα γεγονότα που συνέβησαν την αποφράδα ημέρα της 13ης Απρίλιου 1204, όταν τα «αδελφικά» χριστιανικά στιφή των Φραγκολατίνων λεηλάτησαν ανηλεώς την Κωνσταντινούπολη, την πόλη που συγκέντρωνε τα 2/3 του παγκοσμίου πλούτου πίσω από τα εντυπωσιακά Θεοδωσιανά Τείχη. Λέγεται ότι τα καραβιά που μετέφεραν τα λάφυρα της Πόλης πηγαινοέρχονταν στη Βενετία φορτωμένα αμύθητα και ασύλληπτα για τα δεδομένα της Δύσης πλούτη απείρου κάλλους για 2 μήνες τουλάχιστον! Τα κειμήλια και οι θησαυροί των προγόνων μας εκλάπησαν και τώρα κοσμούν τις εκκλησίες και τα μουσεία των πλέον «πολιτικά ορθών» δυτικών κρατών.

Η Αυτοκρατορία δεν συνήλθε ποτέ από αυτό το χτύπημα και από τότε μέχρι και την τελική κατάλυση της το 1453 είχε καθοδική πορεία. Μάταια προσπαθούσε ο Αυτοκράτορας Ιωάννης Ή Παλαιολόγος (1392-1448) να πείσει τους κουτοπόνηρους Φράγκους για το σκότος που ερχόταν από την ανατολή κατά το ταξίδι του στη Δύση. Ο Ιωάννης πίστευε ότι η ένωση των Εκκλησιών θα ήτο κίνηση σωτήρια για την εξουθενωμένη Αυτοκρατορία και προσπάθησε καθ’ όλη τη διάρκεια της βασιλείας του να οργανώσει μια εκ νέου Σταυροφορία. Στη δύση τη περίοδο εκεινη μαίνονταν ο Εκατονταετής πόλεμος(1327-1453) μεταξύ των δυο ισχυρών και κατά παράδοσίν σταυροφορικών βασιλείων της Γαλλίας και Αγγλίας οι οποίες αδιαφορούσαν για την αμείωτη προέλαση των Οθωμανών και Τουρκομανών υποτακτικών τους στη Μικρά Ασία.

Το βάρος της παρατεταμένης ταπείνωσης της Αυτοκρατορίας έπεσε στον μικρό αδελφό του Ιωάννη, έναν χαρισματικό και ικανό ηγέτη, τίμιο και αληθινά πατριώτη, τον Κωνσταντίνο ο οποίος εστεύθη «Ελέω Θεού Βασιλεύς των Ρωμαίων» το έτος 1449 στον Μυστρά και όχι στον ναό της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, σε μια κίνηση εξομάλυνσης των σχέσεων μεταξύ ενωτικών και ανθενωτικών που κατέτρωγε την Αυτοκρατορία εκ των έσω αλλά και επειδή η οικονομική κατάσταση της εποχής δεν επέτρεπε πομπώδεις τυμπανοκρουσίες Ο Κωνσταντίνος υποστήριζε, η μάλλον δεν απέρριπτε την ένωση των Εκκλησιών, πράγμα που προκαλούσε την οργή της Εκκλησίας, μιας Εκκλησίας ράθυμης και ευνοημένης, όπου τα μέλη της απολάμβαναν προνομία φοβερά και δεν καλούνταν στα όπλα. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα ο μεγάλος αριθμός των  Βυζαντινών οι οποίοι, φοβούμενοι μια συμμέτοχή σε μάχη παραχωρούσαν τεράστιες περιουσίες στην Εκκλησία για να γίνουν μοναχοί και συνεπώς να γλιτώσουν τη στρατιωτική θητεία. Το παράδειγμα του Γεννάδιου, του πρώτου Πατριάρχη του σκλαβωμένου έθνους διορισμένο από το Μωάμεθ Β΄ τον πορθητή, ο οποίος πριν γίνει πατριάρχης, κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Πόλης αντί να συσπειρώσει το λαό στην άμυνα όπως οι ένδοξοι και άξιοι κληρικοί του παρελθόντος (Πατριάρχης Σέργιος Α’ κατά την πολιορκία της Κωνσταντινουπόλεως από τους Αβαρούς το 626) προσπαθούσε ακόμη και την ύστατη στιγμή να πλήξει τον Κωνσταντίνο σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το συλλείτουργο ορθοδόξων και παπικών κληρικών στην Αγία Σοφία.

Καθώς λοιπόν οι ορδές των Οθωμανών παρατάσσονταν κατά μήκος των τειχών της Βασιλεύουσας, μιας βασιλεύουσας που μόνο Βασιλεύουσα δεν θύμιζε, ερειπωμένες γειτονίες, παρατημένα χωράφια και υποστατικά, δρόμοι έρημοι και ατημέλητοι μόνο με την Αγία Σοφία και το ναό των Αγίων Αποστόλων στον τον Τέταρτο Λόφο (όπου αργότερα θα κτιζόταν εκεί το Φετίχ Τζαμί προς τιμήν του Πορθητή) να θυμίζει μια αμυδρή λάμψη από το ένδοξο παρελθόν. Οι αμυνόμενοι δεν ήταν αρκετοί για την υπεράσπισή της Πόλης και τα νέας τεχνολογίας κανονιά των Οθωμανών καθώς και η Μεγάλη Βομβαρδα του προδότη Ούγγρου οπλουργού Ουρβάνου κατέστησαν την κατάσταση μη αναστρέψιμη.  Ο Αυτοκράτορας πολέμησε μέχρι το τέλος στην πύλη του Ρωμανού, εκεί όπου είχε μεταφέρει το αρχηγείο του και ακόμα και την ύστατη στιγμή δεν δέχτηκε συνθηκολόγηση, ίσως επειδή πίστευε ότι ακόμα υπάρχει ελπίδα παρέμβασης από τη Δύση. Μάταια. Η Κωνσταντινούπολη έπεσε στις 29 Μαΐου 1453. Μάιο ιδρύθηκε και Μάιο εχάθη. Αυτό που ακολουθήσε όμως την πτώση ήταν ανεπανάληπτο. Όλους τους αιώνες από την ίδρυση της Αυτοκρατορίας μέχρι και την πτώση, το Βυζάντιο διετέλεσε ως η πρώτη γραμμή άμυνας εναντίον των εξ Ανατολών εχθρών, προστατεύοντας τη Δύση από σοβαρό κίνδυνο. Ενώ λοιπόν οι προγονοί μας έχυναν το αίμα τους όλους αυτούς τους αιώνες για την υπεράσπιση του πολιτισμού και της βαριάς μας κληρονομίας, η απολίτιστη Δύση ήκμαζε και θέριευε.

Όταν λοιπόν η Αυτοκρατορία έπεσε, οι Οθωμανοί, ισοπεδώνοντας θα λεγε κανείς τα πάντα στο διάβα τους μέσα σε 76 χρόνια, έφτασαν να πολιορκούν τη Βιέννη της Αυστρίας μόλις το 1529 υπό τον Σουλεϊμάν το Μεγαλοπρεπή. Η αναγέννηση έσωσε τη Δύση, μια αναγέννηση η οποία επετεύχθη κυρίως από τους Ρωμιούς λόγιους και επιστήμονες που εγκατέλειψαν την Κωνσταντινούπολη μεταφέροντας μαζί τους τον ανυπολογίστου αξίας πολιτισμικό πλούτο των προγόνων μας ο οποίος έμενε κλεισμένος σε σκοτεινά μπουντρούμια από την ιδία την Εκκλησία και ουδέποτε μελετήθηκαν σε βάθος αφού χαρακτηρίζονταν αιρετικά. Ο τίτλος του Βασιλέως Ρωμαίων επωλήθη από τον Ανδρέα Παλαιολόγο στο βασιλιά της Γαλλίας και από εκεί στους Βασιλείς της Ισπανίας σαν ένας ασήμαντος τίτλος, θα λεγε κανείς σαν πειστήριο ότι η Ρωμανία επαρθεν.

Ο Ελληνισμός θρήνησε και θρηνεί την άλωση γοερά μέσα από την δημοτική παράδοση. Θρύλοι γεννήθηκαν για τον άτυχο Αυτοκράτορα και για την επιστροφή του, ιστορίες (ας μου επιτραπεί ο όρος) για αγρίους και προφητείες που προμηνύουν την καταστροφή των Τούρκων και την επιστροφή των χαμένων πατρίδων. Τα αγαθά όμως αγαπητοί αναγνώστες κοποις κτωνται, δεν χαρίζονται από κανέναν ούτε θεό ούτε άνθρωπο και αντί να μεμψιμοιρούμε βουτηγμένοι στη θλίψη, να ανασκουμπωθούμε και να μορφωθούμε. Η ιστορία έχει ένα βασικό ελάττωμα, εάν δεν παρθεί σοβαρά επαναλαμβάνεται και κάθε φορά όλο και πιο βίαια.

Ράπτης Γεώργιος Α. Ιστορικός


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου